Καβουρντίζω στα ισλανδικά
Μετάφραση: καβουρντίζω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ristaðar, brennt, steiktra, brenndar, rist
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καβουρντίζω
καβουρντίζω αμύγδαλα, καβουρντίζω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, καβουρντίζω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- καβουράκι στα ισλανδικά - KAVOURAKIA
- καβουρδίζω στα ισλανδικά - steikt, steikja
- καβούκι στα ισλανδικά - skel, Shell, skelin, sjálft
- καγκελάριος στα ισλανδικά - kanslari, Chancellor, kanslara, að kanslari
Τυχαίες λέξεις
Καβουρντίζω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: ristaðar, brennt, steiktra, brenndar, rist
Μεταφράσεις: ristaðar, brennt, steiktra, brenndar, rist