Κασκόλ στα βουλγαρικά

Μετάφραση: κασκόλ, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
шарф, шал, шалче, шала, шалове
Κασκόλ στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κασκόλ

κασκόλ burberry, κασκόλ με τρύπες, κασκόλ πλέξιμο, κασκόλ κολιέ, κασκόλ ανδρικά, κασκόλ λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, κασκόλ στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • κασέτα στα βουλγαρικά - касета, касетата, касетъчна, касетофон
  • κασίδα στα βουλγαρικά - пърхот, люспици, инкрустация на метал, котлен камък
  • κασμάς στα βουλγαρικά - kasmas
  • κασμίρι στα βουλγαρικά - кашмир, кашмирено, кашмирен, на Кашмир, от кашмир
Τυχαίες λέξεις
Κασκόλ στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: шарф, шал, шалче, шала, шалове