Κασκόλ στα πορτογαλικά

Μετάφραση: κασκόλ, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
lenço, cachecol, scarf, lenço de, echarpe
Κασκόλ στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κασκόλ

κασκόλ burberry, κασκόλ με τρύπες, κασκόλ πλέξιμο, κασκόλ κολιέ, κασκόλ ανδρικά, κασκόλ λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, κασκόλ στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • κασέτα στα πορτογαλικά - gaveta, cassete, cassete de, fita, cassetes
  • κασίδα στα πορτογαλικά - caspa, scurf, sarna, descamação, o scurf
  • κασμάς στα πορτογαλικά - física, aferroar, picar, colher, picareta, arrancar, tirar, ...
  • κασμίρι στα πορτογαλικά - casimira, caxemira, cashmere, de cashmere, de caxemira
Τυχαίες λέξεις
Κασκόλ στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: lenço, cachecol, scarf, lenço de, echarpe