Κασκόλ στα εσθονικά
Μετάφραση: κασκόλ, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kaelarätt, sall, salli, salliga
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κασκόλ
κασκόλ burberry, κασκόλ με τρύπες, κασκόλ πλέξιμο, κασκόλ κολιέ, κασκόλ ανδρικά, κασκόλ λεξικό γλώσσας εσθονικά, κασκόλ στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- κασέτα στα εσθονικά - kassett, kasseti, kassetti, kassetist, kassetis
- κασίδα στα εσθονικά - kõõm, Hilse, mustkärna, kestendus, Hõbekärna ja
- κασμάς στα εσθονικά - kirka, valima, noppima, kasmas
- κασμίρι στα εσθονικά - kašmiir, cashmere, kašmiiri
Τυχαίες λέξεις
Κασκόλ στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: kaelarätt, sall, salli, salliga
Μεταφράσεις: kaelarätt, sall, salli, salliga