Κασκόλ στα ουκρανικά
Μετάφραση: κασκόλ, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
кути, скошувати, шарф, кашне, виїмки, зрощувати
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κασκόλ
κασκόλ burberry, κασκόλ με τρύπες, κασκόλ πλέξιμο, κασκόλ κολιέ, κασκόλ ανδρικά, κασκόλ λεξικό γλώσσας ουκρανικά, κασκόλ στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- κασέτα στα ουκρανικά - касетна, касетний, касетне, касети, касета, кассета, касету
- κασίδα στα ουκρανικά - лупа, лупу, наліт, накип, напад
- κασμάς στα ουκρανικά - скубти, збирати, знімати, протикати, дражнити, є, kasmas
- κασμίρι στα ουκρανικά - кашеміровий, кашемір, оклад, кашемир
Τυχαίες λέξεις
Κασκόλ στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: кути, скошувати, шарф, кашне, виїмки, зрощувати
Μεταφράσεις: кути, скошувати, шарф, кашне, виїмки, зрощувати