Κασκόλ στα ισλανδικά

Μετάφραση: κασκόλ, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
trefil, Trefillinn, trefill
Κασκόλ στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κασκόλ

κασκόλ burberry, κασκόλ με τρύπες, κασκόλ πλέξιμο, κασκόλ κολιέ, κασκόλ ανδρικά, κασκόλ λεξικό γλώσσας ισλανδικά, κασκόλ στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • κασέτα στα ισλανδικά - snælda, Hylkið, ferju, spólugrindin, Búnaðurinn
  • κασίδα στα ισλανδικά - scurf
  • κασμάς στα ισλανδικά - kasmas
  • κασμίρι στα ισλανδικά - Cashmere, kasmír
Τυχαίες λέξεις
Κασκόλ στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: trefil, Trefillinn, trefill