Κατευνάζω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: κατευνάζω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
облегната, успокоявам, укроти, успокои, да успокои, утихвам
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατευνάζω
κατευνάζω τα πνεύματα, κατευθύνω συνωνυμο, κατευθύνω βικιλεξικο, κατευνάζω συνώνυμα, κατευνάζω αντωνυμο, κατευνάζω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, κατευνάζω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- κατεδαφίζω στα βουλγαρικά - събарям, фитоендесатураза, на фитоендесатураза, изстъргвам, ожулвам
- κατεργάζομαι στα βουλγαρικά - katergazomai
- κατεύθυνση στα βουλγαρικά - направление, посока, посоката, насока
- κατηγορία στα βουλγαρικά - лига, обвинение, категория, категорията, категории, от категория
Τυχαίες λέξεις
Κατευνάζω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: облегната, успокоявам, укроти, успокои, да успокои, утихвам
Μεταφράσεις: облегната, успокоявам, укроти, успокои, да успокои, утихвам