Καυγαδίζω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: καυγαδίζω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
кавга, препирня, разпра, караница, паса
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καυγαδίζω
καυγαδίζω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, καυγαδίζω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- κατώτερος στα βουλγαρικά - младши, Junior, джуниър, джуниор, младшият
- καυγάς στα βουλγαρικά - драка, караница, сбиване, скандал, Brawl, свада
- καυσαέριο στα βουλγαρικά - дим, паря, отработени газове, отработили газове, отработилите газове, отработен газ, на отработилите газове
- καυστήρας στα βουλγαρικά - котел, горелка, горелката, горелка за, на горелката, записващо устройство
Τυχαίες λέξεις
Καυγαδίζω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: кавга, препирня, разпра, караница, паса
Μεταφράσεις: кавга, препирня, разпра, караница, паса