Κερί στα βουλγαρικά
Μετάφραση: κερί, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
свещ, свещи, свещта, светило
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κερί
κερί στα ρούχα, κερί ονειροκρίτης, κερί για έπιπλα, κερί αποτρίχωσης, κερί αναμμένο, κερί λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, κερί στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- κενός στα βουλγαρικά - недействителен, невалиден, празнота, нищожен, нищожно
- κεράσι στα βουλγαρικά - червен, череша, черешово, череши, черешов, черешова
- κεραία στα βουλγαρικά - антенна, антена, антената, на антената, антени
- κεραμίδι στα βουλγαρικά - плочка, керемида, плочки, теракот, керемиди
Τυχαίες λέξεις
Κερί στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: свещ, свещи, свещта, светило
Μεταφράσεις: свещ, свещи, свещта, светило