Κερί στα τσεχικά

Μετάφραση: κερί, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vosk, dorůstat, navoskovat, zvětšovat, voskovat, narůstat, růst, svíčka, svíčky, svíčku, svíce, candle
Κερί στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κερί

κερί στα ρούχα, κερί ονειροκρίτης, κερί για έπιπλα, κερί αποτρίχωσης, κερί αναμμένο, κερί λεξικό γλώσσας τσεχικά, κερί στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • κενός στα τσεχικά - mdlý, prázdný, nečinný, nudný, neplatný, prázdno, void, ...
  • κεράσι στα τσεχικά - višeň, třešně, višně, třešeň, Cherry, třešňový, třešňového
  • κεραία στα τσεχικά - nadzemní, venkovní, vzduchový, letecký, tykadlo, anténa, vzdušný, ...
  • κεραμίδι στα τσεχικά - kachlička, obkladačka, dlaždice, taška, obkládačka, Deska, obkladačské, ...
Τυχαίες λέξεις
Κερί στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: vosk, dorůstat, navoskovat, zvětšovat, voskovat, narůstat, růst, svíčka, svíčky, svíčku, svíce, candle