Κολλιτσίδα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: κολλιτσίδα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
репей, Бърдок, от репей, репея, на репея
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κολλιτσίδα
κολλιτσίδα παρενεργειες, κολλιτσίδα ρίζα, κολλιτσίδα φυτο ιδιοτητεσ, κολλιτσίδα βικιπαιδεια, κολλιτσίδα βοτανο, κολλιτσίδα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, κολλιτσίδα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- κολλητικός στα βουλγαρικά - инфекциозен, инфекциозна, инфекциозни, инфекциозно, инфекциозния
- κολλητός στα βουλγαρικά - конте, пич
- κολλώ στα βουλγαρικά - туткал, клей, пръчка, стик, тояга, клечка, незалепващо
- κολλώδης στα βουλγαρικά - лепкав, лепкава, лепкаво, лепкави, залепващата
Τυχαίες λέξεις
Κολλιτσίδα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: репей, Бърдок, от репей, репея, на репея
Μεταφράσεις: репей, Бърдок, от репей, репея, на репея