Κολλιτσίδα στα σουηδικά
Μετάφραση: κολλιτσίδα, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
kardborre, burdock, kardborrar
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κολλιτσίδα
κολλιτσίδα παρενεργειες, κολλιτσίδα ρίζα, κολλιτσίδα φυτο ιδιοτητεσ, κολλιτσίδα βικιπαιδεια, κολλιτσίδα βοτανο, κολλιτσίδα λεξικό γλώσσας σουηδικά, κολλιτσίδα στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- κολλητικός στα σουηδικά - infektiös, smitt, smittsam, infectious, smittsamma
- κολλητός στα σουηδικά - kamrat, kompis, vän, stänga, nära, killen, duden, ...
- κολλώ στα σουηδικά - löda, lim, pinne, Stick, käpp, pinnen
- κολλώδης στα σουηδικά - klibbig, klibbiga, klibbigt, kladdig, kladdiga
Τυχαίες λέξεις
Κολλιτσίδα στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: kardborre, burdock, kardborrar
Μεταφράσεις: kardborre, burdock, kardborrar