Κολλιτσίδα στα τούρκικα
Μετάφραση: κολλιτσίδα, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
dulavratotu, burdock, çakır dikeni, dulavrat otu, dulavrat
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κολλιτσίδα
κολλιτσίδα παρενεργειες, κολλιτσίδα ρίζα, κολλιτσίδα φυτο ιδιοτητεσ, κολλιτσίδα βικιπαιδεια, κολλιτσίδα βοτανο, κολλιτσίδα λεξικό γλώσσας τούρκικα, κολλιτσίδα στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- κολλητικός στα τούρκικα - bulaşıcı, enfeksiyöz, enfeksiyon, infeksiyöz, infeksiyon
- κολλητός στα τούρκικα - kapanmak, kapamak, züppe, Dostum, Dude, Ahbap, Adamım
- κολλώ στα τούρκικα - tutkal, elim, yelim, sopa, çubuk, stick, çubuğu, ...
- κολλώδης στα τούρκικα - yapışkan, Sticky, yapışkan bir, Sabit
Τυχαίες λέξεις
Κολλιτσίδα στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: dulavratotu, burdock, çakır dikeni, dulavrat otu, dulavrat
Μεταφράσεις: dulavratotu, burdock, çakır dikeni, dulavrat otu, dulavrat