Κραταιός στα βουλγαρικά
Μετάφραση: κραταιός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
могъщ, силен, мощен, могъщата, могъща
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κραταιός
κραταιός ορισμός, κραταιός ετυμολογία, κανονιοφόρος κραταιός, κραταιός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, κραταιός στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- κρατήρας στα βουλγαρικά - кратер, кратера, кратери, кратер на
- κρατίδιο στα βουλγαρικά - страна, казвам, родина, държава, земя, Парцели, Парцел, ...
- κρατημένος στα βουλγαρικά - държани, Притежавани, Провежда, Провежда се
- κρατώ στα βουλγαρικά - трюм, запазвам, държа, задръжте, държи, държат, притежават
Τυχαίες λέξεις
Κραταιός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: могъщ, силен, мощен, могъщата, могъща
Μεταφράσεις: могъщ, силен, мощен, могъщата, могъща