Κραταιός στα ολλανδικά
Μετάφραση: κραταιός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
machtig, krachtig, sterk, machtige, sterke, helden, machtigen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κραταιός
κραταιός ορισμός, κραταιός ετυμολογία, κανονιοφόρος κραταιός, κραταιός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κραταιός στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- κρατήρας στα ολλανδικά - krater, krater van, de krater, crater
- κρατίδιο στα ολλανδικά - beweren, land, staat, verzekeren, grond, land-, terrein, ...
- κρατημένος στα ολλανδικά - gereserveerd, Held, gehouden, vastgehouden, hield, aangehouden
- κρατώ στα ολλανδικά - boeken, duren, hoeden, aanhouding, beklijven, reserveren, steel, ...
Τυχαίες λέξεις
Κραταιός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: machtig, krachtig, sterk, machtige, sterke, helden, machtigen
Μεταφράσεις: machtig, krachtig, sterk, machtige, sterke, helden, machtigen