Κραταιός στα λευκορωσικά
Μετάφραση: κραταιός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
магутны, магутным, ўсемагутны
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κραταιός
κραταιός ορισμός, κραταιός ετυμολογία, κανονιοφόρος κραταιός, κραταιός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, κραταιός στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- κρατήρας στα λευκορωσικά - кратэр, кратар, кратэрам
- κρατίδιο στα λευκορωσικά - край, казаць, зямля, Земля
- κρατημένος στα λευκορωσικά - праводзіцца, ладзіцца, Вядзецца
- κρατώ στα λευκορωσικά - харчы, гадаваць, страва, харч, трымаць, ежа, спажыва, ...
Τυχαίες λέξεις
Κραταιός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: магутны, магутным, ўсемагутны
Μεταφράσεις: магутны, магутным, ўсемагутны