Λευκοπλάστης στα βουλγαρικά
Μετάφραση: λευκοπλάστης, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
лепенки, лейкопласт, самозалепваща се лента, залепваща лента, адхезивна лента
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λευκοπλάστης
λευκοπλάστης λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, λευκοπλάστης στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- λερώνω στα βουλγαρικά - теснина, оплесквам
- λευκαντικό στα βουλγαρικά - белина, изрусител, на белина, изрусител за
- λευκό στα βουλγαρικά - бели, бяла, бял, бяло, бялата
- λευκός στα βουλγαρικά - бяло, бели, бял, бяла, бялата
Τυχαίες λέξεις
Λευκοπλάστης στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: лепенки, лейкопласт, самозалепваща се лента, залепваща лента, адхезивна лента
Μεταφράσεις: лепенки, лейкопласт, самозалепваща се лента, залепваща лента, адхезивна лента