Μειώνω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: μειώνω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
лишавам, съкрати, да съкрати
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μειώνω
μειώνω συνώνυμα, μειώνω στα γαλλικά, μειώνω στα αγγλικά, μειώνω το ενεργειακό μου αποτύπωμα, μειώνω επαναχρησιμοποιώ ανακυκλώνω, μειώνω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, μειώνω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- μειοψηφία στα βουλγαρικά - малцинство, малцинствен, малцинството, малцинствено
- μειώνομαι στα βουλγαρικά - гаснене, намалявам, губя блясъка си, дефектен край на талпа, дефектен край на дъска
- μελάνι στα βουλγαρικά - чернила, мастило, с мастило, мастилото, мастилената
- μελέτη στα βουλγαρικά - обзор, проучване, изследване, проучването, изследването
Τυχαίες λέξεις
Μειώνω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: лишавам, съкрати, да съкрати
Μεταφράσεις: лишавам, съкрати, да съкрати