Μετριάζω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: μετριάζω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
характер, отслабям, ярост, Бате, Bate, Бейт
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μετριάζω
μετριάζω συνωνυμο, μετριάζω τι σημαίνει, μετριάζω συνώνυμα, μετριάζω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, μετριάζω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- μετρητά στα βουλγαρικά - пари в брой, пари, парични, парични средства, паричните
- μετρητής στα βουλγαρικά - калибър, метроном, метър, брояч, борба, за борба, обратно, ...
- μετρικός στα βουλγαρικά - метрическия, метричен, метрични, показател, метрична, метрика
- μετριοπάθεια στα βουλγαρικά - умереност, модератора, умереността, забавяне, модериране
Τυχαίες λέξεις
Μετριάζω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: характер, отслабям, ярост, Бате, Bate, Бейт
Μεταφράσεις: характер, отслабям, ярост, Бате, Bate, Бейт