Μετριάζω στα ουγγρικά
Μετάφραση: μετριάζω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
lassú, mértékletes, vérmérséklet, mértéktartó, csáva, bate, csali, lya
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μετριάζω
μετριάζω συνωνυμο, μετριάζω τι σημαίνει, μετριάζω συνώνυμα, μετριάζω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, μετριάζω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- μετρητά στα ουγγρικά - készpénz, cash, készpénzben, készpénzt, pénzbeli
- μετρητής στα ουγγρικά - méter, vízóra, mérce, pult, számláló, counter, ellentétes, ...
- μετρικός στα ουγγρικά - metrikus, metrika, mutató, metrikát, mérőszám
- μετριοπάθεια στα ουγγρικά - mérséklet, mértékkel, moderálás, mértékletesség, mérséklődése
Τυχαίες λέξεις
Μετριάζω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: lassú, mértékletes, vérmérséklet, mértéktartó, csáva, bate, csali, lya
Μεταφράσεις: lassú, mértékletes, vérmérséklet, mértéktartó, csáva, bate, csali, lya