Ντύνω στα βουλγαρικά

Μετάφραση: ντύνω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
парадния, обличам, облека, облича, облекат, облечеш
Ντύνω στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ντύνω

ντύνω την barbie, ντύνω κούκλες, ντύνω κορίτσια, ντύνω πριγκίπισσες, ντύνω νύφες, ντύνω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ντύνω στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • ντόρος στα βουλγαρικά - бръмча, Buzz, Бъз, вести, шум
  • ντύνομαι στα βουλγαρικά - парадния, Облечи, обличам, рокля, обличане, обличаш
  • ντύσιμο στα βουλγαρικά - наряд, дресинг, превръзка, обличане, тоалетка, тоалетка с
  • νυσταγμένος στα βουλγαρικά - сънен, сънлив, сънливи, сънливо, заспало
Τυχαίες λέξεις
Ντύνω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: парадния, обличам, облека, облича, облекат, облечеш