Ξύπνημα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ξύπνημα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
пробуждане, Пробуждането, Awakening, събуждане, Събуждането
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξύπνημα
ξύπνημα τησ άνοιξησ, ξύπνημα με πονοκέφαλο, ξύπνημα με βαρύ κεφάλι, ξύπνημα στις πολύ πρωινές ώρες, ξύπνημα από καταστολή, ξύπνημα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ξύπνημα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ξύλο στα βουλγαρικά - гора, дърво, дърва, дървесина, дървен материал, дървен
- ξύνω στα βουλγαρικά - точите, остъргвам, едва минавам, одрасквам, ожулвам, докосвам се
- ξύσμα στα βουλγαρικά - парче, скрап, отломки, остатъци, отпадъци
- οίκημα στα βουλγαρικά - къщичка, Lodge, квартира, Лодж, хижа
Τυχαίες λέξεις
Ξύπνημα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: пробуждане, Пробуждането, Awakening, събуждане, Събуждането
Μεταφράσεις: пробуждане, Пробуждането, Awakening, събуждане, Събуждането