Ξύπνημα στα δανικά
Μετάφραση: ξύπνημα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
Awakening, opvågnen, vækkelse, opvågning, vågne
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξύπνημα
ξύπνημα τησ άνοιξησ, ξύπνημα με πονοκέφαλο, ξύπνημα με βαρύ κεφάλι, ξύπνημα στις πολύ πρωινές ώρες, ξύπνημα από καταστολή, ξύπνημα λεξικό γλώσσας δανικά, ξύπνημα στα δανικά
Μεταφράσεις
- ξύλο στα δανικά - skov, ved, træ, træet, af træ, træ-
- ξύνω στα δανικά - skrabe, kradse, skraber, dødsoplevelsen, knibe, skrab
- ξύσμα στα δανικά - bark, skrot, skrot af, affald
- οίκημα στα δανικά - lodge, indgive, lodgen, Hytte
Τυχαίες λέξεις
Ξύπνημα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: Awakening, opvågnen, vækkelse, opvågning, vågne
Μεταφράσεις: Awakening, opvågnen, vækkelse, opvågning, vågne