Ξύπνημα στα πορτογαλικά
Μετάφραση: ξύπνημα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
despertar, Awakening, o despertar, Despertando, que desperta
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξύπνημα
ξύπνημα τησ άνοιξησ, ξύπνημα με πονοκέφαλο, ξύπνημα με βαρύ κεφάλι, ξύπνημα στις πολύ πρωινές ώρες, ξύπνημα από καταστολή, ξύπνημα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ξύπνημα στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- ξύλο στα πορτογαλικά - pau, floresta, madeira, maravilhoso, lenha, bosque, matas, ...
- ξύνω στα πορτογαλικά - coçar, risco, sucata, arranhar, afinar, acerar, raspar, ...
- ξύσμα στα πορτογαλικά - casca, suporte, fragmento, sucata, sucata de, de sucata, scrap
- οίκημα στα πορτογαλικά - alojamento, hospedagem, chalé, cabana, apresentar
Τυχαίες λέξεις
Ξύπνημα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: despertar, Awakening, o despertar, Despertando, que desperta
Μεταφράσεις: despertar, Awakening, o despertar, Despertando, que desperta