Ξύσμα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ξύσμα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
парче, скрап, отломки, остатъци, отпадъци
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξύσμα
ξύσμα λεμονιού, ξύσμα περγαμόντου, ξύσμα πορτοκαλιού, ξύσμα νεραντζιού, ξύσμα νεράντζι, ξύσμα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ξύσμα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ξύνω στα βουλγαρικά - точите, остъргвам, едва минавам, одрасквам, ожулвам, докосвам се
- ξύπνημα στα βουλγαρικά - пробуждане, Пробуждането, Awakening, събуждане, Събуждането
- οίκημα στα βουλγαρικά - къщичка, Lodge, квартира, Лодж, хижа
- οίκος στα βουλγαρικά - къща, дом, театър, домакинство, къщата, къща с
Τυχαίες λέξεις
Ξύσμα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: парче, скрап, отломки, остатъци, отпадъци
Μεταφράσεις: парче, скрап, отломки, остатъци, отпадъци