Ξύσμα στα δανικά
Μετάφραση: ξύσμα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
bark, skrot, skrot af, affald
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξύσμα
ξύσμα λεμονιού, ξύσμα περγαμόντου, ξύσμα πορτοκαλιού, ξύσμα νεραντζιού, ξύσμα νεράντζι, ξύσμα λεξικό γλώσσας δανικά, ξύσμα στα δανικά
Μεταφράσεις
- ξύνω στα δανικά - skrabe, kradse, skraber, dødsoplevelsen, knibe, skrab
- ξύπνημα στα δανικά - Awakening, opvågnen, vækkelse, opvågning, vågne
- οίκημα στα δανικά - lodge, indgive, lodgen, Hytte
- οίκος στα δανικά - hus, familie, husstand, bolig, House, huset, Parlamentet, ...
Τυχαίες λέξεις
Ξύσμα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: bark, skrot, skrot af, affald
Μεταφράσεις: bark, skrot, skrot af, affald