Ξύσμα στα ουγγρικά

Μετάφραση: ξύσμα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
péklapát, felhám, darabka, törmelék, hulladék, -törmelék, törmeléket
Ξύσμα στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ξύσμα

ξύσμα λεμονιού, ξύσμα περγαμόντου, ξύσμα πορτοκαλιού, ξύσμα νεραντζιού, ξύσμα νεράντζι, ξύσμα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ξύσμα στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • ξύνω στα ουγγρικά - nyekergetés, kellemetlenség, rajtvonal, vakaródzás, firkantás, slamasztika, karcolás, ...
  • ξύπνημα στα ουγγρικά - ébredés, Awakening, felébredés, ébredést, ébredését
  • οίκημα στα ουγγρικά - premissza, lodge, benyújtani, páholy
  • οίκος στα ουγγρικά - dologház, gyárépület, lakóhely, lakóház, hajlék, közönség, háztartás, ...
Τυχαίες λέξεις
Ξύσμα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: péklapát, felhám, darabka, törmelék, hulladék, -törmelék, törmeléket