Ξύσμα στα ισλανδικά

Μετάφραση: ξύσμα, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
rusl, brotajárn, skrappa, úrgangur, rusl úr
Ξύσμα στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ξύσμα

ξύσμα λεμονιού, ξύσμα περγαμόντου, ξύσμα πορτοκαλιού, ξύσμα νεραντζιού, ξύσμα νεράντζι, ξύσμα λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ξύσμα στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • ξύνω στα ισλανδικά - hvessa, brýna, skafa
  • ξύπνημα στα ισλανδικά - Awakening, vakning, vaknar, vakningu, vakna
  • οίκημα στα ισλανδικά - forsenda, skáli, Lodge, Skálinn, er skáli
  • οίκος στα ισλανδικά - hýsa, hús, húsið, Skipti, Skipti á, Íbúðir
Τυχαίες λέξεις
Ξύσμα στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: rusl, brotajárn, skrappa, úrgangur, rusl úr