Οδοντικός στα βουλγαρικά

Μετάφραση: οδοντικός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
зъболекарски, стоматологична, дентална, стоматологично, денталната
Οδοντικός στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οδοντικός

οδοντικός τύπος ανθρώπου, οδοντικός φραγμός, οδοντικός πολφός, οδοντικός πόνος, οδοντικός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, οδοντικός στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • οδοιπορία στα βουλγαρικά - март, поход, марш, шествие, преход
  • οδοντίατρος στα βουλγαρικά - зъболекар, стоматолог, зъболекаря
  • οδυνηρά στα βουλγαρικά - болезнено, мъчително, болка, до болка, мъка
  • οδυνηρός στα βουλγαρικά - болезнен, мъчителен, болезнено, болезнена, болезнени
Τυχαίες λέξεις
Οδοντικός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: зъболекарски, стоматологична, дентална, стоматологично, денталната