Οδοντικός στα τούρκικα
Μετάφραση: οδοντικός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
diş, dental, Dişçi, dişhekimliği, diş tedavisi
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οδοντικός
οδοντικός τύπος ανθρώπου, οδοντικός φραγμός, οδοντικός πολφός, οδοντικός πόνος, οδοντικός λεξικό γλώσσας τούρκικα, οδοντικός στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- οδοιπορία στα τούρκικα - marş, Mart, march, yürüyüşü, yürüyüş
- οδοντίατρος στα τούρκικα - dişçi, diş hekiminiz, diş hekimi, hekiminiz, dişhekimi
- οδυνηρά στα τούρκικα - acı, acı bir, acı verici, acı verecek, acıyla
- οδυνηρός στα τούρκικα - korkunç, iğrenç, acı, ağrılı, acı verici, sancılı, acı veren
Τυχαίες λέξεις
Οδοντικός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: diş, dental, Dişçi, dişhekimliği, diş tedavisi
Μεταφράσεις: diş, dental, Dişçi, dişhekimliği, diş tedavisi