Οδοντικός στα ολλανδικά
Μετάφραση: οδοντικός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
getand, tand-, tandheelkundige, tandheelkunde, tand, dentale
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οδοντικός
οδοντικός τύπος ανθρώπου, οδοντικός φραγμός, οδοντικός πολφός, οδοντικός πόνος, οδοντικός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, οδοντικός στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- οδοιπορία στα ολλανδικά - mars, maart, opmars, March, tocht
- οδοντίατρος στα ολλανδικά - tandarts, de tandarts, tand arts, tandarts te, dentist
- οδυνηρά στα ολλανδικά - pijnlijk, moeizaam, pijnlijke, tergend, op pijnlijke
- οδυνηρός στα ολλανδικά - zeer, afgrijselijk, afschuwelijk, smartelijk, deerlijk, pijnlijk, ijselijk, ...
Τυχαίες λέξεις
Οδοντικός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: getand, tand-, tandheelkundige, tandheelkunde, tand, dentale
Μεταφράσεις: getand, tand-, tandheelkundige, tandheelkunde, tand, dentale