Οχυρό στα βουλγαρικά
Μετάφραση: οχυρό, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
твърдина, укрепление, крепост, крепостта
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οχυρό
οχυρό του ρούπελ, οχυρό ιστίμπεη, οχυρό μασάντα, οχυρό ραφήνας, οχυρό λίσσε, οχυρό λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, οχυρό στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- οχετός στα βουλγαρικά - канавка, отцеди, източване, оттича, оттичане, отцежда
- οχιά στα βουλγαρικά - гадела, усойница, пепелянка, Viper, Вайпър, змия
- οχύρωση στα βουλγαρικά - фортификация, подсилване, укрепване, укрепление, крепостна, крепостната
- ούγια στα βουλγαρικά - кенар, кант, кантът, канта
Τυχαίες λέξεις
Οχυρό στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: твърдина, укрепление, крепост, крепостта
Μεταφράσεις: твърдина, укрепление, крепост, крепостта