Οχυρό στα ουκρανικά
Μετάφραση: οχυρό, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
оплот, фортеця, фортецю, цитадель, міцність, опора, фортеці, крепость
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οχυρό
οχυρό του ρούπελ, οχυρό ιστίμπεη, οχυρό μασάντα, οχυρό ραφήνας, οχυρό λίσσε, οχυρό λεξικό γλώσσας ουκρανικά, οχυρό στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- οχετός στα ουκρανικά - обпливати, жолоб, акведук, канава, дренаж, трубопровід, канавка, ...
- οχιά στα ουκρανικά - гадюка
- οχύρωση στα ουκρανικά - фортифікація, кріплення, зміцнення, укріплення
- ούγια στα ουκρανικά - крайка, облямівка, кромка, покахикувати, підрубити, зальбандам
Τυχαίες λέξεις
Οχυρό στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: оплот, фортеця, фортецю, цитадель, міцність, опора, фортеці, крепость
Μεταφράσεις: оплот, фортеця, фортецю, цитадель, міцність, опора, фортеці, крепость