Οχυρό στα λιθουανικά
Μετάφραση: οχυρό, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
tvirtovė, fortas, stronghold, stiprybė, citadelė, tvirtove
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οχυρό
οχυρό του ρούπελ, οχυρό ιστίμπεη, οχυρό μασάντα, οχυρό ραφήνας, οχυρό λίσσε, οχυρό λεξικό γλώσσας λιθουανικά, οχυρό στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- οχετός στα λιθουανικά - nuotakas, drenažas, latakas, nusausinti, išleisti, nutekėjimo, nusausinkite, ...
- οχιά στα λιθουανικά - angis, Viper, gyvatės, didžioji angis
- οχύρωση στα λιθουανικά - įtvirtinimas, įtvirtinimų, fortifikacijos, įtvirtinimai, fortas
- ούγια στα λιθουανικά - valas, zalbandas, likis, valinys, Kratka
Τυχαίες λέξεις
Οχυρό στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: tvirtovė, fortas, stronghold, stiprybė, citadelė, tvirtove
Μεταφράσεις: tvirtovė, fortas, stronghold, stiprybė, citadelė, tvirtove