Πλένω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: πλένω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
измиване, пране, промиване, за измиване, Автомивка
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πλένω
πλένω ονειροκρίτης, πλένω χέρια ονειροκρίτης, πλένω τα χέρια μου, πλένω ρούχα ονειροκρίτης, πλένω τα δόντια μου, πλένω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, πλένω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- πλέγμα στα βουλγαρικά - решетка, мрежа, мрежата, на мрежата
- πλέκω στα βουλγαρικά - плетене на една кука, плетене, една кука, на една кука, кука
- πλέον στα βουλγαρικά - почти, най-много, най, повечето, най-
- πλέω στα βουλγαρικά - платно, плаване, плават, платна, отплава
Τυχαίες λέξεις
Πλένω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: измиване, пране, промиване, за измиване, Автомивка
Μεταφράσεις: измиване, пране, промиване, за измиване, Автомивка