Πλένω στα εσθονικά
Μετάφραση: πλένω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
pesema, uhtumine, pesu, pesta, Wash, pesemist, pesemine
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πλένω
πλένω ονειροκρίτης, πλένω χέρια ονειροκρίτης, πλένω τα χέρια μου, πλένω ρούχα ονειροκρίτης, πλένω τα δόντια μου, πλένω λεξικό γλώσσας εσθονικά, πλένω στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- πλέγμα στα εσθονικά - võrk, rest, tuharest, jalgpalliväljak, röstimisrest, võrgustik, võrgusilm, ...
- πλέκω στα εσθονικά - tress, poort, kuduma, palmitsema, heegeldama, heegelnõelad, silmusemoodustus-, ...
- πλέον στα εσθονικά - kõige, enamik, enamiku, kõige rohkem, enim
- πλέω στα εσθονικά - purjetama, veskitiib, puri, sõidavad, purje, sõidavad mõne, purjetada
Τυχαίες λέξεις
Πλένω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: pesema, uhtumine, pesu, pesta, Wash, pesemist, pesemine
Μεταφράσεις: pesema, uhtumine, pesu, pesta, Wash, pesemist, pesemine