Πρόσκοπος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: πρόσκοπος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
разведрим, разузнавач, Скаут, Съгледвач, скаут на
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πρόσκοπος
πρόσκοπος του κόσμου, τελευταίος πρόσκοπος, πρόσκοπος έθνους, πρόσκοπος με το ζορι, πρόσκοπος στα αγγλικα, πρόσκοπος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, πρόσκοπος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- πρόσκαιρος στα βουλγαρικά - непостоянен, непостоянно, непостоянната, непостоянни, временен
- πρόσκληση στα βουλγαρικά - покана, поканата, тръжна, покани
- πρόσληψη στα βουλγαρικά - работа, наемане на работа, заетостта, заетост, на заетостта
- πρόσμειξη στα βουλγαρικά - присадка, добавка, примес, онечистване, нечистота, онечиствания
Τυχαίες λέξεις
Πρόσκοπος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: разведрим, разузнавач, Скаут, Съгледвач, скаут на
Μεταφράσεις: разведрим, разузнавач, Скаут, Съгледвач, скаут на