Πρόσκοπος στα ιταλικά

Μετάφραση: πρόσκοπος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
ricognitore, esploratore, Scout, responsabile sopraluoghi, osservatore, sopraluoghi
Πρόσκοπος στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πρόσκοπος

πρόσκοπος του κόσμου, τελευταίος πρόσκοπος, πρόσκοπος έθνους, πρόσκοπος με το ζορι, πρόσκοπος στα αγγλικα, πρόσκοπος λεξικό γλώσσας ιταλικά, πρόσκοπος στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • πρόσκαιρος στα ιταλικά - temporaneo, provvisorio, impermanente, impermanenti, impermanent, impermanenza
  • πρόσκληση στα ιταλικά - invito, gara, bando, dell'invito, l'invito
  • πρόσληψη στα ιταλικά - reclutamento, occupazione, lavoro, dell'occupazione, l'occupazione, di lavoro
  • πρόσμειξη στα ιταλικά - impurità, impurezza, di impurità, impurezze, l'impurità
Τυχαίες λέξεις
Πρόσκοπος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: ricognitore, esploratore, Scout, responsabile sopraluoghi, osservatore, sopraluoghi