Πρόσκοπος στα φινλανδικά
Μετάφραση: πρόσκοπος, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
opas, vartija, partiolainen, tiedustelija, scout, partiolaisten, kykyjenetsijä
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πρόσκοπος
πρόσκοπος του κόσμου, τελευταίος πρόσκοπος, πρόσκοπος έθνους, πρόσκοπος με το ζορι, πρόσκοπος στα αγγλικα, πρόσκοπος λεξικό γλώσσας φινλανδικά, πρόσκοπος στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- πρόσκαιρος στα φινλανδικά - väliaikainen, tilapäinen, kestämätön, pysymättömiä, impermanent, pysymätöntä
- πρόσκληση στα φινλανδικά - kutsu, kehotus, kutsun, tarjouskilpailun, kutsusta, tarjouskilpailussa
- πρόσληψη στα φινλανδικά - värväys, rekrytointi, henkilöstön hankinta, värvääminen, sotaväenotto, työllisyys, työllisyyden, ...
- πρόσμειξη στα φινλανδικά - lisäaine, seostuminen, sekoitus, sekoittaminen, epäpuhtaus, epäpuhtauksien, epäpuhtautena, ...
Τυχαίες λέξεις
Πρόσκοπος στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: opas, vartija, partiolainen, tiedustelija, scout, partiolaisten, kykyjenetsijä
Μεταφράσεις: opas, vartija, partiolainen, tiedustelija, scout, partiolaisten, kykyjenetsijä