Σιδερένιος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: σιδερένιος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
гладя, изглаждам, желязо, ютия, железен, желязна, желязото
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σιδερένιος
σιδερένιος καναπές, σιδερένιος άνθρωπος, σιδερένιοσ σταυρόσ, σιδερένιος καπετάνιος, σιδερένιος καναπές κρεβάτι, σιδερένιος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, σιδερένιος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- σιγοβράζω στα βουλγαρικά - защипания, едва се сдържам, къкрене, къкри, оставете да къкри
- σιγουριά στα βουλγαρικά - доверие, увереност, доверието, доверието на, на доверието
- σιδερώνω στα βουλγαρικά - гладя, изглаждам, желязо, развалям, обезобразявам, разкъсвам, осакатявам, ...
- σιδηρόδρομος στα βουλγαρικά - железница, железопътен, железопътна, жп, железопътната
Τυχαίες λέξεις
Σιδερένιος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: гладя, изглаждам, желязо, ютия, железен, желязна, желязото
Μεταφράσεις: гладя, изглаждам, желязо, ютия, железен, желязна, желязото