Στένωση στα βουλγαρικά
Μετάφραση: στένωση, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
заграждение, стеноза, стеноза на, стенози, със стеноза, стеснение
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στένωση
στένωση του πυλωρού, στένωση ουρήθρας, στένωση του σπονδυλικού σωλήνα, στένωση μεσοσπονδύλιου δίσκου, στένωση πυελοουρητηρικής συμβολής, στένωση λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, στένωση στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- στέλνω στα βουλγαρικά - изпращам, изпрати, изпратите, изпраща, изпратете
- στέμμα στα βουλγαρικά - корона, короната, венец, на короната, краун
- στέρηση στα βουλγαρικά - лишение, лишаване, лишения, лишаването, лишаване от, отнемане
- στέψη στα βουλγαρικά - коронация, коронацията, коронясването, коронясване, коронацията на
Τυχαίες λέξεις
Στένωση στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: заграждение, стеноза, стеноза на, стенози, със стеноза, стеснение
Μεταφράσεις: заграждение, стеноза, стеноза на, стенози, със стеноза, стеснение