Στένωση στα ουγγρικά

Μετάφραση: στένωση, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szűkület, stenosis, szűkülete, sztenózis, stenosisban
Στένωση στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στένωση

στένωση του πυλωρού, στένωση ουρήθρας, στένωση του σπονδυλικού σωλήνα, στένωση μεσοσπονδύλιου δίσκου, στένωση πυελοουρητηρικής συμβολής, στένωση λεξικό γλώσσας ουγγρικά, στένωση στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • στέλνω στα ουγγρικά - küld, Levél, küldeni, küldjön, küldje
  • στέμμα στα ουγγρικά - korona, koronát, koronával, koronája, koronáját
  • στέρηση στα ουγγρικά - megfosztás, nélkülözés, depriváció, a nélkülözés, megfosztást
  • στέψη στα ουγγρικά - koronázás, koronázási, koronázása, a koronázási, koronázó
Τυχαίες λέξεις
Στένωση στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: szűkület, stenosis, szűkülete, sztenózis, stenosisban