Στένωση στα ισλανδικά
Μετάφραση: στένωση, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
þrengsli, þröng, þrengsli í, þrenging, Æðaþrengsli
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στένωση
στένωση του πυλωρού, στένωση ουρήθρας, στένωση του σπονδυλικού σωλήνα, στένωση μεσοσπονδύλιου δίσκου, στένωση πυελοουρητηρικής συμβολής, στένωση λεξικό γλώσσας ισλανδικά, στένωση στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- στέλνω στα ισλανδικά - senda, að senda, sent, sendu, sendir
- στέμμα στα ισλανδικά - kóróna, Crown, kórónu, sigursveigurinn
- στέρηση στα ισλανδικά - svipting, sviptingu, skort, svipta, að svipta
- στέψη στα ισλανδικά - Coronation
Τυχαίες λέξεις
Στένωση στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: þrengsli, þröng, þrengsli í, þrenging, Æðaþrengsli
Μεταφράσεις: þrengsli, þröng, þrengsli í, þrenging, Æðaþrengsli