Στένωση στα τούρκικα
Μετάφραση: στένωση, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
engel, darlık, stenoz, stenozu, darlığı, stenozun
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στένωση
στένωση του πυλωρού, στένωση ουρήθρας, στένωση του σπονδυλικού σωλήνα, στένωση μεσοσπονδύλιου δίσκου, στένωση πυελοουρητηρικής συμβολής, στένωση λεξικό γλώσσας τούρκικα, στένωση στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- στέλνω στα τούρκικα - yollamak, göndermek, gönderin, gönderebilirsiniz, gönderebilir, gönderme
- στέμμα στα τούρκικα - zirve, doruk, taç, tepe, kron, crown, The Crown
- στέρηση στα τούρκικα - yoksunluk, yoksunluğu, mahrumiyet, deprivasyonu, yoksunluğunun
- στέψη στα τούρκικα - taç giyme, giyme, taç, coronation, taç giyme töreni
Τυχαίες λέξεις
Στένωση στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: engel, darlık, stenoz, stenozu, darlığı, stenozun
Μεταφράσεις: engel, darlık, stenoz, stenozu, darlığı, stenozun