Συναίνεση στα βουλγαρικά

Μετάφραση: συναίνεση, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
консенсус, съгласие, съгласието, одобрение, съгласието си
Συναίνεση στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συναίνεση

συναίνεση συνώνυμο, συναίνεση ετυμολογία, συναίνεση ορισμόσ, συναίνεση αγγλικά, συναίνεση μόνο με αλλαγή ηγεσίας σε νδ - πασοκ, συναίνεση λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, συναίνεση στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • συνήθης στα βουλγαρικά - обичаен, обикновен, обикновено, обичайната, обичайното
  • συνήθως στα βουλγαρικά - обикновено, обикновено се, обикновено е, често
  • συναίσθημα στα βουλγαρικά - емоция, чувство, усещане, чувството, усещането
  • συναγερμός στα βουλγαρικά - тревога, бдителен, буден, сигнал, предупреждение
Τυχαίες λέξεις
Συναίνεση στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: консенсус, съгласие, съгласието, одобрение, съгласието си