Συναίνεση στα τούρκικα

Μετάφραση: συναίνεση, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
rıza, onay, onayı, izin, onam
Συναίνεση στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συναίνεση

συναίνεση συνώνυμο, συναίνεση ετυμολογία, συναίνεση ορισμόσ, συναίνεση αγγλικά, συναίνεση μόνο με αλλαγή ηγεσίας σε νδ - πασοκ, συναίνεση λεξικό γλώσσας τούρκικα, συναίνεση στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • συνήθης στα τούρκικα - olağan, her zamanki, zamanki, normalden, alışılmış
  • συνήθως στα τούρκικα - genellikle, genelde, çoğunlukla
  • συναίσθημα στα τούρκικα - duygu, hissi, bir duygu, duygusu, his
  • συναγερμός στα τούρκικα - alarm, uyanık, uyarı, uyarısı, bildirim
Τυχαίες λέξεις
Συναίνεση στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: rıza, onay, onayı, izin, onam