Συναίνεση στα ισπανικά

Μετάφραση: συναίνεση, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
consenso, consentimiento, el consentimiento, autorización, de consentimiento, su consentimiento
Συναίνεση στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συναίνεση

συναίνεση συνώνυμο, συναίνεση ετυμολογία, συναίνεση ορισμόσ, συναίνεση αγγλικά, συναίνεση μόνο με αλλαγή ηγεσίας σε νδ - πασοκ, συναίνεση λεξικό γλώσσας ισπανικά, συναίνεση στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • συνήθης στα ισπανικά - usual, ordinario, común, habitual, costumbre, de costumbre, habituales
  • συνήθως στα ισπανικά - en general, generalmente, normalmente, general, lo general
  • συναίσθημα στα ισπανικά - emoción, sentimiento, sensación, sensación de, sentir, sentimientos
  • συναγερμός στα ισπανικά - alarma, rebato, alarmar, alerta, de alerta, alerta de, alerta por, ...
Τυχαίες λέξεις
Συναίνεση στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: consenso, consentimiento, el consentimiento, autorización, de consentimiento, su consentimiento