Συνηγορώ στα βουλγαρικά
Μετάφραση: συνηγορώ, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
адвокат, умолявам, пледирам, се позове, съдя, пледира
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνηγορώ
συνηγορώ συνώνυμα, συνηγορώ λεξικο, συνηγορώ υπέρ, συνηγορώ λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, συνηγορώ στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- συνεχώς στα βουλγαρικά - постоянно, непрекъснато, постоянно се, непрекъснато се, често
- συνηγορία στα βουλγαρικά - защита, оборота, застъпничество, застъпничеството, застъпническа, подкрепа
- συνηθίζω στα βουλγαρικά - свиквам, привикнат, да привикнат, привиквам, приучавам
- συνηθισμένος στα βουλγαρικά - обикновен, общ, обичаен, обикновено, обичайната, обичайното
Τυχαίες λέξεις
Συνηγορώ στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: адвокат, умолявам, пледирам, се позове, съдя, пледира
Μεταφράσεις: адвокат, умолявам, пледирам, се позове, съдя, пледира