Συνηγορώ στα σλοβενικά

Μετάφραση: συνηγορώ, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
odvetnik, advokat, advokát, sklicevati, sklicevati na, sklicuje, govorijo, uveljavljati
Συνηγορώ στα σλοβενικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συνηγορώ

συνηγορώ συνώνυμα, συνηγορώ λεξικο, συνηγορώ υπέρ, συνηγορώ λεξικό γλώσσας σλοβενικά, συνηγορώ στα σλοβενικά

Μεταφράσεις

  • συνεχώς στα σλοβενικά - stále, stalno, nenehno, ves čas, neprestano, ves
  • συνηγορία στα σλοβενικά - obramba, obrana, zagovorništvo, zagovarjanje, zagovarjanja, zavzemanje, zagovor
  • συνηθίζω στα σλοβενικά - accustom, Navići
  • συνηθισμένος στα σλοβενικά - navaden, Običajen, Običajni, običajno, ponavadi, običajna
Τυχαίες λέξεις
Συνηγορώ στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: odvetnik, advokat, advokát, sklicevati, sklicevati na, sklicuje, govorijo, uveljavljati