Συνηγορώ στα ρουμανικά
Μετάφραση: συνηγορώ, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
adept, pleda, invoca, pledează, pledeze, invoce
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνηγορώ
συνηγορώ συνώνυμα, συνηγορώ λεξικο, συνηγορώ υπέρ, συνηγορώ λεξικό γλώσσας ρουμανικά, συνηγορώ στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- συνεχώς στα ρουμανικά - mereu, constant, mod constant, în mod constant, permanent
- συνηγορία στα ρουμανικά - apărare, susținere, advocacy, de advocacy, promovare, pledoarie
- συνηθίζω στα ρουμανικά - obișnui, deprinde, obișnuiește
- συνηθισμένος στα ρουμανικά - parc, islaz, comun, obişnuit, obișnuit, obicei, de obicei, ...
Τυχαίες λέξεις
Συνηγορώ στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: adept, pleda, invoca, pledează, pledeze, invoce
Μεταφράσεις: adept, pleda, invoca, pledează, pledeze, invoce